Ερωτήσεις

Είσαι μαθητής ή σπουδαστής Νοσηλευτικής και χρειάζεσαι διευκρινίσεις πάνω σε θέματα της ύλης των θεωρητικών ή εργαστηριακών σου μαθημάτων; Είσαι επαγγελματίας Νοσηλευτής και αναζητάς έγκριτες επιστημονικές απαντήσεις σε απορίες που αφορούν την άσκηση του νοσηλευτικού σου έργου; Είσαι ένας απλός πολίτης που έχεις ως μότο ζωής ότι υπεύθυνος πολίτης είναι ο σωστά ενημερωμένος πολίτης; Τότε, σε καλωσορίζουμε στο Ask4Health!! Μπορείς να στείλεις το ερώτημά σου στο email του blog dalipianna@hotmail.com και θα έχεις μια σύντομη και περιεκτική, αλλά ειδική για την περίπτωσή σου απάντηση, το συντομότερο δυνατο μέσω mail. Στο blog θα δίδεται μια πιο πλούσια, πιο γενική και πιο εμπεριστατωμένη απάντηση.

Απαντήσεις

Οι απαντήσεις είναι δημοσιευμένες ακριβώς κάτω. Στο πλάι της σελίδας υπάρχουν ταξινομημένες οι απαντήσεις ανά κατηγορία.

Οδηγίες για την Βασική Υποστήριξη της ζωής στους ενήλικες

Απορία: Έχουν υπάρξει αλλαγές στις κατευθυντήριες οδηγίες για την Βασική Υποστήριξη της ζωής στους ενήλικες σε σχέση με όσα αναφέρονται στην αντίστοιχη ενότητα του σχολικού εγχειριδίου του μαθήματος των «Πρώτων Βοηθειών» (έκδοση του 1999); Σας ευχαριστώ. Ένας μαθητής της Β’ τάξης ΕΠΑΛ.

Απάντηση:
Καθώς η επιστήμη της Καρδιοαναπνευστικής Αναζωογόνησης συνεχίζει να προχωρά και να εξελίσσεται, οι κλινικές οδηγίες πρέπει να ανανεώνονται συχνά για να αντανακλούν πρακτική βασισμένη σε επιστημονικές αποδείξεις βοηθώντας τους επαγγελματίες υγείας να προσφέρουν την καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση. Οι νέες διεθνείς οδηγίες είναι προϊόν οργάνωσης και συντονισμού της International Liaison Committee on Resuscitation (ILCOR), Διεθνούς Επιτροπής Αναζωογόνησης, η οποία ιδρύθηκε το 1993. Η ILCOR, η οποία έχει ως αποστολή την αναγνώριση και αναθεώρηση της διεθνούς επιστήμης και γνώσης σχετικά με την Καρδιοπνευμονική Αναζωογόνηση παρέχοντας συναινετικές συστάσεις θεραπείας, δημοσίευσε τις πρώτες Διεθνείς Κατευθυντήριες Οδηγίες το 2000 και δημοσιεύει τις κατευθυντήριες οδηγίες κάθε 5 χρόνια, για την Καρδιοαναπνευστική Αναζωογόνηση τόσο για πολίτες όσο και για το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό. Ο οργανισμός και τα μέλη του κατευθύνει με Πρωτόκολλα & Αλγόριθμους ΚΚΑ την ενιαία εκπαίδευση μεγάλων ομάδων, με στόχο την αύξηση του ποσοστού επιβίωσης και βελτίωση της ποιότητας παροχής των μέτρων αναζωογόνησης. Καθήκον και πλέον υποχρέωση των εμπλεκομένων είναι η ανανέωση της γνώσης/πιστοποίησής τους, και η συστηματική παρακολούθηση των εξελίξεων (ΦΕΚ 219/22-02-07 Αρ.15576).
Οι κυριότερες αλλαγές στην Βασική υποστήριξη της ζωής για ενήλικες (BLS-AED, 2005):
• Η απόφαση για έναρξη θωρακικών συμπιέσεων και αερισμού πρέπει να στηρίζεται στη κατάσταση κατά την οποία ο ασθενής δεν ανταποκρίνεται και δεν αναπνέει φυσιολογικά
• Κατά τις θωρακικές συμπιέσεις, οι ανανήπτες πρέπει να διδάσκονται να τοποθετούν τα χέρια στο κέντρο του θώρακα παρά να χάνουν χρόνο χρησιμοποιώντας την μέθοδο ανεύρεσης του πλευρικού τόξου
• Κάθε αναπνοή διάσωσης πρέπει να δίνεται σε διάρκεια 1 δευτερολέπτου και όχι 2 που ίσχυε μέχρι τότε.
• Η αναλογία θωρακικών συμπιέσεων-αναπνοών είναι 30:2 σε όλους τους ενήλικες με καρδιακή ανακοπή.
• Όταν το θύμα είναι ενήλικας, οι δύο αρχικές αναπνοές διάσωσης πρέπει να παραλείπονται και αντικαθίστανται άμεσα με 30 θωρακικές συμπιέσεις μόλις επιβεβαιωθεί η καρδιακή ανακοπή.
Οι κατευθυντήριες οδηγίες από τον ICLOR του 2010 για την BLS/AED 18/10/2010 ΕΕΚΑΝ) φέρει σε σχέση με το 2005 κάποιες μικρές διαφοροποιήσεις στις οδηγίες προς τους ανανήπτες, οι οποίες επικεντρώνονται στα εξής:
α) Κατευθύνουν τους παρευρισκόμενους σε επεισόδιο καρδιακής ανακοπής πολίτες, που δεν έχουν εκπαιδευτεί σε θέματα πρώτων βοηθειών ή δεν επιθυμούν να έρθουν σε επαφή με το στόμα του θύματος για χορήγηση εμφυσήσεων διάσωσης, να προσφέρουν βοήθεια με θωρακικές συμπιέσεις (περ 100/min) και να μη μένουν θεατές, μέχρι να έρθει βοήθεια γιατί αυτό είναι σίγουρα καταστροφικό για το θύμα. Σύμφωνα με μια νέα μελέτη, η καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση είναι πιο αποτελεσματική όταν το άτομο που την εφαρμόζει πραγματοποιεί όσο το δυνατόν περισσότερες θωρακικές συμπιέσεις (μαλάξεις), οι οποίες είναι πιο σημαντικές από τις αναπνοές.
Εξαιρέσεις: Παιδιά και θύματα πνιγμού. Το φιλί της ζωής είναι επίσης απαραίτητο για ενήλικες που παραλίγο να πνιγούν, που έχουν δηλητηριαστεί από μονοξείδιο του άνθρακα ή κατέρρευσαν από υπερβολική δόση.
β) Η μερική αχνάζουσα λαχανιάζουσα αναπνοή στο θύμα συνδυαζόμενη και με απαθή αντίδραση του, αξιολογείται πλέον σαν απούσα και πιθανολογούμενη καρδιακή ανακοπή και αντιμετωπίζεται άμεσα (θωρακικές συμπιέσεις)
γ)”Ποιοτικότερες” συμπιέσεις. Το βάθος των θωρακικών συμπιέσεων είναι κατά 1cm (περ.5cm) βαθύτερο.
δ) Οι μαλάξεις, περίπου 100 ανά λεπτό, πρέπει να συνεχίζονται μέχρι την άφιξη του ασθενοφόρου ή κάποιου φορητού απινιδωτή, ο οποίος επαναφέρει την καρδιά με ηλεκτρικές εκκενώσεις

ε) Η συνέχιση των συμπιέσεων κατά τη διάρκεια της φόρτισης του απινιδωτή συνιστάται, (η διακοπή στις θωρακικές συμπιέσεις δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 5sec) όπως και η άμεση επανένταξη των συμπιέσεων στο στήθος μετά την απιδίνωση.
Τέλος πρέπει να σημειωθεί ότι συστήνεται η άμεση χρήση του Αυτόματου Εξωτερικού Απνιδωτή (AED) στην ΚΑΑ, καθώς η αποτελεσματικοτητά του και η ευκολία χρήσης του τον καθιστούν πλέον αναπόσπαστο μέρος του BLS (BLS/AED).
Οι παραπάνω επισημάνσεις αναφέρονται σε ανανήπτες που έχουν παρακολουθήσει μαθήματα BLS/AED και έχουν γνώσεις των τεχνικών προσέγγισης, απελευθέρωσης αεραγωγού, εκτίμησης κατάστασης, και τρόπου εφαρμογής της ΚΑΑ στο θύμα.

Καρκινος Παχέoς Εντέρου

Απορία: Είμαι μαθητής της Γ’ τάξης ΕΠΑΛ και θα ήθελα να μάθω περισσότερα πράγματα για την πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου, δεδομένης της ελλιπούς πληροφόρησης που δίνεται σχετικά με το μείζον αυτό πρόβλημα υγείας στην αντίστοιχη ενότητα του σχολικού εγχειριδίου «Στοιχεία Παθολογίας». Πρόκειται για ένα θέμα που με απασχολεί ιδιαίτερα, καθώς πρόσφατα ένας στενός μου συγγενής διαγνώστηκε με τη νόσο. Σας ευχαριστώ.
Απάντηση: Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι ένας κακοήθης όγκος που αναπτύσσεται στην εσωτερική επιφάνεια του παχέος εντέρου. Είναι ένας πολύ συχνός και θανατηφόρος
καρκίνος. Στις δυτικές κοινωνίες, αποτελεί τον τρίτο σε συχνότητα καρκίνο για άντρες και γυναίκες και τη δεύτερη αιτία θανάτου από καρκίνο. Η πιθανότητα ενός ατόμου να αναπτύξει στη διάρκεια της ζωής του τη νόσο είναι 5-6% και το 1/3 πεθαίνει από τη νόσο. Τα αίτια του καρκίνου του παχέος εντέρου παραμένουν άγνωστα. Περιβαλλοντικοί και γενετικοί παράγοντες(η κληρονομικότητα) αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου παχέος εντέρου.
Σχεδόν όλοι οι καρκίνοι του παχέος εντέρου δημιουργούνται από πολύποδες. Οι πολύποδες είναι καλοήθεις όγκοι που προβάλλουν μέσα στο έντερο. Υπάρχουν διάφοροι τύποι πολυπόδων. Ευτυχώς όλοι δεν εξελίσσονται σε καρκίνο. Αυτοί που μπορεί να
εξελιχθούν είναι τα αδενώματα, μέσα από μια διαδικασία που διαρκεί περίπου δέκα χρόνια.
Σε αρχικά στάδια ο καρκίνος του παχέος εντέρου δεν εμφανίζει συνήθως συμπτώματα. Ο ασθενής όμως πρέπει να συμβουλευθεί τον γιατρό του αν εμφανίσει:

• Αίμα στα κόπρανα
• Αναιμία
• Αλλαγή στις κενώσεις (διάρροια, δυσκοιλιότητα ή αλλαγή στη σύσταση ή το σχήμα των κοπράνων)
• Πόνο στη κοιλιά, φούσκωμα
• Αίσθημα ότι το έντερο δεν αδειάζει πλήρως μετά την αφόδευση
• Απώλεια βάρους
• Επίμονη κόπωση
Τα παραπάνω συμπτώματα δεν σχετίζονται απαραίτητα με καρκίνο του παχέος εντέρου.
Η πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου γίνεται με δύο τρόπους
1. επηρεάζοντας θετικά τους περιβαλλοντικούς παράγοντες και
2. κάνοντας τη διάγνωση σε πρώιμο, θεραπεύσιμο στάδιο καρκίνου, πριν από την ανάπτυξη συμπτωμάτων ή ακόμα και στην προκαρκινική φάση των πολυπόδων που μπορούν να αφαιρεθούν και να μη δημιουργηθεί καρκίνος.
Για να τροποποιήσουμε θετικά τους περιβαλλοντικούς παράγοντες συνιστάται:
1. Λήψη φρούτων, λαχανικών και γαλακτοκομικών και αποφυγή κόκκινου κρέατος και ζωικών λιπαρών. Επιδημιολογικές μελέτες δείχνουν ότι ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου παχέος είναι χαμηλότερος σε άτομα που καταναλώνουν φρούτα και λαχανικά. Γενικότερα επωφελής φαίνεται να είναι η κατανάλωση τροφών με αυξημένο φυτικό υπόλειμμα, αν και αυτό δεν έχει αποδειχθεί σε όλες τις μελέτες. Ευνοϊκή για την αποφυγή της νόσου φαίνεται να είναι και η λήψη ασβεστίου και μαγνησίου. Αντίθετα ο κίνδυνος αυξάνεται με τη κατανάλωση κόκκινου κρέατος και ζωικού λίπους.
2. Άσκηση: η φυσική δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της εργασίας ή στον ελεύθερο χρόνο μειώνει στο μισό τον κίνδυνο προσβολής από καρκίνο παχέος εντέρου.
3. Αποφυγή παχυσαρκίας: οι παχύσαρκοι, με δείκτη μάζας σώματος >25, σε σχέση με τα φυσιολογικά άτομα, έχουν 1,5 φορά αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου παχέος εντέρου.
4. Αποφυγή καπνίσματος: Το κάπνισμα αυξάνει και τη συχνότητα και τη θνητότητα από τη νόσο. Με τη διακοπή του οι κίνδυνοι μειώνονται.
5. Φάρμακα: η ασπιρίνη και τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα, τα οιστρογόνα και η προγεστερόνη στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση και οι στατίνες (φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη μείωση της χοληστερίνης) φαίνεται να μειώνουν τον κίνδυνο προσβολής από τη νόσο. Αυτό όμως θα πρέπει να σταθμισθεί από το γιατρό σας με τους κινδύνους που προκαλούνται από τις παρενέργειες κατά τη χρόνια λήψη αυτών των φαρμάκων.

Προληπτικός έλεγχος του ασυμπτωματικού πληθυσμού για την ανεύρεση πολυπόδων ή καρκίνου του παχέος εντέρου σε πρώιμο στάδιο
Για την πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου συνιστώνται:
1. Η δοκιμασία ανίχνευσης αιμοσφαιρίνης στα κόπρανα: ανιχνεύει μικρές ποσότητες αίματος που οφείλεται σε αφανή (μη ορατή) απώλεια από καρκίνο ή σπανιότερα από πολύποδα. Είναι εύκολη εξέταση που μπορεί να γίνει και στο σπίτι. Για τη σωστή αξιολόγηση της πρέπει να προηγηθεί τριήμερη ειδική δίαιτα, σύμφωνα με τις οδηγίες του θεράποντα ιατρού. Εάν γίνεται κάθε χρόνο, μειώνεται ο κίνδυνος θανάτου από καρκίνο παχέος εντέρου κατά ένα τρίτο. Επί θετικού αποτελέσματος απαιτείται εξέταση με κολονοσκόπηση.
2. Η ορθοσιγμοειδοσκόπηση: εξετάζει εσωτερικά τα τελευταία 60 εκ. του παχέος εντέρου (περίπου το μισό παχύ έντερο). Εισάγεται ένας λεπτός, εύκαμπτος σωλήνας με μια πηγή φωτισμού και ελέγ χεται το εσωτερικό του εντέρου αναδεικνύοντας τις βλάβες (καρκίνος ή πολύποδες). Η εξέταση, εάν γίνεται κάθε 5-10 χρόνια μειώνει τον κίνδυνο θανάτου από καρκίνο στο κατώτερο μισό του εντέρου κατά δύο τρίτα. Το μειονέκτημα της εξέτασης είναι ότι δεν μπορεί να εξετάσει για καρκίνο ή πολύποδες το εγγύς (δεξιό) τμήμα του παχέος εντέρου. Εάν υπάρχουν ευρήματα κατά την εξέταση συνιστάται περαιτέρω έλεγχος με ολική κολονοσκόπηση.
3. Ανίχνευση αιμοσφαιρίνης στα κόπρανα και ορθοσιγμοειδοσκόπηση: ο συνδυασμός αποτελεί πιο αποτελεσματική πρακτική από ότι ο έλεγχος με μόνο τη μία εξέταση.
4. Ο ακτινολογικός έλεγχος με βαριούχο υποκλυσμό: μετά από προετοιμασία με καθαρτικό του εντέρου εισάγεται ένας μικρός σωλήνας στο έντερο από όπου διοχετεύεται σκιαγραφική ουσία (βάριο). Στη συνέχεια γίνεται εμφύσηση αέρα και λαμβάνονται ακτινογραφίες. Με την εξέταση αυτή βρίσκονται μόνο οι μισοί πολύποδες >1 εκ. και δεν υπάρχει δυνατότητα λήψης βιοψίας από μια ύποπτη βλάβη κατά τη διάρκεια της εξέτασης. Εάν υπάρξει υπόνοια καρκίνου ή πολύποδα συστήνεται έλεγχος με κολονοσκόπηση.
5. Η κολονοσκόπηση: μετά από καθαρισμό του εντέρου, χορηγείται ελαφρά καταστολή και αναλγησία (μέθη) και εξετάζεται όλο το παχύ έντερο, με λεπτό, εύκαμπτο σωλήνα που εισάγεται από τον πρωκτικό δακτύλιο, συνήθως ανώδυνα. Κατά τη διάρκεια της εξέτασης, εάν βρεθεί κάποια ύποπτη βλάβη υπάρχει δυνατότητα λήψης δειγμά των (βιοψίας) για ιστολογική εξέταση. Επίσης, εάν βρεθεί ένας πολύποδας με χαρακτηριστικά που τον κάνουν εξαιρέσιμο, μπορεί να αφαιρεθεί την ίδια στιγμή ή σε δεύτερο χρόνο από τον γιατρό που κάνει την εξέταση. Με την κολονοσκόπηση βρίσκονται οι περισσότεροι μικροί πολύποδες και σχεδόν όλοι οι μεγάλοι πολύποδες και οι καρκίνοι. Σοβαρή αιμορραγία ή διάτρηση μπορεί να συμβεί σε μία στις χίλιες εξετάσεις. Λόγω της μέθης δεν επιτρέπεται το οδήγημα μετά την εξέταση και είναισκόπιμο ο ασθενής να συνοδεύεται στο σπίτι από άλλο άτομο. Η κολονοσκόπηση είναι η μοναδική αποτελεσματική διαγνωστικά και θεραπευτικά εξέταση του παχέος εντέρου.
6. Νέες εξετάσεις: Μεταξύ αυτών είναι και η εξέταση κοπράνων για γενετικές ανωμαλίες που σχετίζονται με τον καρκίνο του παχέος εντέρου, και ένας τύπος αξονικής τομογραφίας που λέγεται εικονική κολονοσκόπηση. Η εικονική κολονοσκόπηση απαιτεί προετοιμασία του εντέρου με καθαρτικό και εάν βρεθεί κάποια βλάβη απαιτείται έλεγχος και με κολονοσκόπηση.
Προληπτικό έλεγχο πρέπει να κάνουν οι εξής ομάδες:
Ομάδα μέσου κινδύνου: άτομα ηλικίας 50 ετών ή μεγαλύτερα, χωρίς ιδιαίτερους επιβαρυντικούς παράγοντες (και χωρίς συμπτώματα), πρέπει να υποβάλλονται σε προληπτικό έλεγχο για πολύποδες ή καρκίνο παχέος εντέρου. Το είδος της εξέτασης μπορεί να επιλεγεί από τις περιγραφόμενες ανωτέρω, μετά από συζήτηση με τον γιατρό και εκτίμηση των διαφόρων εξετάσεων ως προς την αποτελεσματικότητα, ευκολία, διαθεσιμότητα, ασφάλεια και κόστος. Εάν επιλεγεί η
κολονοσκόπηση και είναι φυσιολογική, επανέλεγχος γίνεται σε 10 χρόνια. Εάν στην εξέταση υπάρξουν ευρήματα, επανέλεγχος γίνεται πιο σύντομα, μετά από σύσταση του γιατρού.
Ομάδα υψηλού κινδύνου: σε αυτή την ομάδα, που η πρόληψη πρέπει να ξεκινάει σε μικρότερη ηλικία, να είναι πιο συχνή και να γίνεται με πιο ευαίσθητες εξετάσεις όπως η κολονοσκόπηση, ανήκουν:
1. Άτομα με οικογενειακό ιστορικό πολυπόδων ή καρκίνου παχέος: άτομα με ένα ή περισσότερους πρώτου βαθμού συγγενείς (πατέρα, μητέρα, αδελφό, αδελφή ή παιδί) με καρκίνο ή αδενωματώδεις πολύποδες, πρέπει να ξεκινούν τον προληπτικό έλεγχο στα 40 ή 10 χρόνια νωρίτερα από τη διάγνωση στην οικογένεια (ότι έρχεται πρώτο). Ο έλεγχος πρέπει να γίνεται με κολονοσκόπηση που επαναλαμβάνεται κάθε 5 χρόνια.
2. άτομα με οικογενειακό ιστορικό οικογενούς αδενωματώδους πολυποδίασης: τα άτομα αυτά έχουν ανάγκη από γενετικό έλεγχο για να διαπι- στωθεί εάν φέρουν το παθολογικό γονίδιο, που οδηγεί σε ανάπτυξη πολλών πολυπόδων και καρκίνου παχέος εντέρου σε μικρή ηλικία. Άτομα που φέρουν το παθολογικό γονίδιο ή δεν το γνωρίζουν, έχουν ανάγκη από ετήσια ορθοσιγμοειδοσκόπηση ξεκινώντας από την εφηβεία.
3. άτομα με οικογενειακό ιστορικό κληρονομικού, μη πολυποδιασικού καρκίνου παχέος εντέρου: τα άτομα αυτά έχουν επίσης ανάγκη από γενετικό έλεγχο. Όσοι φέρουν παθολογικό γονίδιο ή δεν το γνωρίζουν, πρέπει να υποβάλλονται σε κολονοσκόπηση (γιατί οι πολύποδες και οι καρκίνοι σε αυτούς τους ανθρώπους είναι συνήθως στο δεξιό κόλον, το τμήμα του εντέρου που δεν ελέγχεται με την ορθοσιγμοειδοσκόπηση) ανά διετία από την ηλικία των 25.
4. άτομα με ιδιοπαθή φλεγμονώδη νόσο (ελκώδη κολίτιδα ή Crohn κολίτιδα): απαιτείται κολονοσκόπηση με λήψη βιοψιών ανά ένα ή δύο χρόνια, ξεκινώντας από την οκταετία μετά την έναρξη της φλεγμονής επί προσβολής όλου του εντέρου ή μετά τη δεκαπενταετία επί προσβολής του ορθού και σιγμοειδούς.
Έλεγχος ασθενών με καρκίνο ή πολύποδες παχέος εντέρου
• Μικροί υπερπλαστικοί πολύποδες: επανέλεγχος με κολονοσκόπηση σε 10 χρόνια.
• 1-2 μικροί (<10 χιλ.) πολύποδες: επανέλεγχος με κολονοσκόπηση σε 5-10 χρόνια.
• >2 πολύποδες ή μεγάλος πολύποδας (>1 εκ.): επανάληψη κολονοσκόπησης στα 3 χρόνια.
• Άμισχος πολύποδας, αφαίρεση σε τμήματα: επανέλεγχος σε 2-6 μήνες.
• Αφαίρεση καρκίνου ή πολύποδα με υψηλόβαθμη δυσπλασία: επανέλεγχος σε 1 χρόνο.

Ανάγκες νοσηλευομένων ασθενών με στεφανιαία νόσο

Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, λόγω της αύξησης του προσδόκιμου της επιβίωσης των ασθενών με στεφανιαία νόσο ως συνέπεια της προόδου των διαγνωστικών εργαλείων και της βελτίωσης των επεμβατικών θεραπευτικών μεθόδων συμπεριλαμβανομένης και της μεταμόσχευσης καρδιάς, το ενδιαφέρον των επαγγελματιών υγείας στρέφεται ολοένα και περισσότερο προς την εκτίμηση των αναγκών τους. Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, οι ανάγκες των νοσηλευομένων ασθενών είναι οι εξής: εμπιστοσύνης, ενημέρωσης, επικοινωνίας, εκπαίδευσης, στήριξης και αυτοφροντίδας.
Η εκτίμηση των αναγκών των ασθενών με στεφανιαία νόσο είναι σημαντική, διότι, αφενός επιτρέπει την αναγνώριση του μεγέθους των αναγκών, όπως την αντιλαμβάνονται οι ίδιοι, αφετέρου επιβάλλει την ιεράρχηση αυτών με βάση τη σημαντικότητά τους, συμβάλλοντας έτσι στην κατάλληλη παρέμβαση και στην παροχή φροντίδας υψηλής ποιότητας. Αντιθέτως, η αποτυχία αξιολόγησης των αναγκών μπορεί να οδηγήσει σε μη αποτελεσματικές μεθόδους θεραπευτικής αντιμετώπισης και αδυναμία ολιστικής εκτίμησης των πασχόντων.
Παρότι, σε πολλές χώρες του κόσμου, αναγνωρίζεται, ότι εκτίμηση των αναγκών κατέχει σημαντικό ρόλο στη θεραπεία και στην πρόγνωση της νόσου, εντούτοις δεν εφαρμόζεται στην καθημερινή κλινική πρακτική για πολλούς λόγους, εκ των οποίων οι κυριότεροι είναι η έλλειψη χρόνου και προσωπικού. Επιπροσθέτως, οι επαγγελματίες υγείας εστιάζονται περισσότερο στην αντιμετώπιση της νόσου και συχνά αγνοούν ή παραμελούν τις βαθύτερες ανάγκες των ασθενών, οι οποίες όμως είναι δυνατόν να επηρεάσουν τη βιολογική πορεία της νόσου. Ένας άλλος παράγοντας που υπονομεύει την εκτίμηση των αναγκών είναι η αδυναμία των ίδιων των ασθενών να τις αναφέρουν είτε λόγω έλλειψης ενθάρρυνσης της συναισθηματικής έκφρασης από τους επαγγελματίες υγείας είτε λόγω απροθυμίας των ιδίων για ποικίλους, κυρίως προσωπικούς λόγους.
Οι κυριότεροι παράγοντες που καθορίζουν τις ανάγκες των καρδιολογικών ασθενών, είναι η βαρύτητα της νόσου, η μείωση του βαθμού αυτοφροντίδας, ο βαθμός στήριξης από το περιβάλλον, η προηγούμενη εμπειρία, οι δημογραφικοί παράγοντες, όπως επίσης οι αντιλήψεις και η προσωπικότητα των πασχόντων.
Δεδομένου ότι η στεφανιαία νόσος επιβάλλει σημαντικές και άλλοτε αιφνίδιες αλλαγές στην ζωή των πασχόντων κυρίως μετά τη διάγνωση, η εκτίμηση των αναγκών τους θα πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της θεραπείας καθώς είναι δυνατόν να επιφέρει ευεργετικά αποτελέσματα στον τρόπο διαχείρισης της νόσου και στη δευτερογενή πρόληψη. Για παράδειγμα, οι ασθενείς με οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου μεταπίπτουν αιφνιδίως από την υγιή κατάσταση σε αυτήν του πάσχοντος, όπου απαιτείται τροποποίηση των παραγόντων κινδύνου, προσαρμογή και αποδοχή της νόσου, όπως επίσης υιοθέτηση ενός μοντέλου ζωής βασισμένου στην «νέα τάξη πραγμάτων». Όσον αφορά στους ασθενείς με χρόνια στεφανιαία νόσο, η εκτίμηση των αναγκών είναι εξίσου σημαντική διότι μπορεί μεν η προσαρμογή και αποδοχή της νόσου να θεωρούνται έως ένα βαθμό αναμενόμενες, ωστόσο πολλές φορές τα συμπτώματα είναι τόσο απειλητικά για τη ζωή τους ώστε οι ίδιοι να αδυνατούν να χειριστούν τη νόσο και συνεπώς η επανεκτίμηση των αναγκών να αποτελεί θέμα υψίστης σπουδαιότητας. Είναι σημαντικό να τονισθεί, ότι κάποιες ανάγκες των ασθενών είναι κοινές ανεξαρτήτως της φύσης και της χρονιότητας της νόσου ενώ κάποιες άλλες είναι συγκεκριμένες και μοναδικές και αποδίδονται στην επίδραση της νόσου στην καθημερινή ζωή των πασχόντων.
Δεδομένου ότι οι καρδιολογικοί ασθενείς χρειάζονται να βιώνουν ασφάλεια στο θεραπευτικό τους περιβάλλον και ικανοποίηση των σωματικών και συναισθηματικών αναγκών, καλούνται οι επαγγελματίες υγείας, θεράποντες ιατροί και νοσηλευτές να ευαισθητοποιηθούν ως προς την εκτίμηση των αναγκών στη καθημερινή κλινική πρακτική με απώτερο στόχο τη βελτίωση της πρόγνωσης και την παροχή φροντίδας υψηλής ποιότητας.

Η πρακτική της ενημέρωσης του ασθενούς από το νοσηλευτή

Το ζήτημα, το οποίο τίθεται στη συνέχεια αφορά στη διερεύνηση των ειδών ενημέρωσης που αναφέρεται η σχετική υποχρέωση του νοσηλευτή. Είναι, εν πρώτοις, βέβαιο ότι η νομιμοποιητική ενημέρωση δεν ανήκει στο μερίδιο ευθύνης του αφού, εξάλλου, η σχετική διάταξη δεν αναφέρεται σε κάποιο σημείο για συναίνεση του ασθενούς. Αυτό σημαίνει ότι ο νοσηλευτής ενημερώνει μεν τον ασθενή αλλά δεν υποχρεούται και να ζητήσει τη συναίνεση του τελευταίου προκειμένου αυτός να παρέμβει νοσηλευτικά. Η εν λόγω διατύπωση φαίνεται σκόπιμη αφού διευκολύνει την εκτέλεση του νοσηλευτικού έργου το οποίο, σε κάθε περίπτωση, δεν παρουσιάζει την πολυπλοκότητα και την επικινδυνότητα μιας ιατρικής επέμβασης για την οποία η συναίνεση ούτως ή άλλως προϋποτίθεται.
Πέραν της νομιμοποιητικής, ωστόσο, τόσο η γενική όσο και η θεραπευτική ενημέρωση συνιστούν πεδία στα οποία υποχρεούται να συμμετάσχει ο νοσηλευτής.
Σ’ ό,τι αφορά, τέλος, στο ρόλο του νοσηλευτή ως προς την ενημέρωση, επισημαίνεται ότι η διάταξη αναφέρεται στην υποχρέωσή του να παράσχει τη συνδρομή του για τη συγκεκριμένη ενημέρωση. Αυτό σημαίνει ότι ο ιατρός πρωτίστως μεν φέρει την υποχρέωση και την ευθύνη της ενημέρωσης, γεγονός που, ωστόσο, δεν επιτρέπει στο νοσηλευτή να απεκδυθεί της σχετικής επικουρικής του υποχρέωσης.
Σε επίπεδο νομικών αξιώσεων για αστική ή ποινική ευθύνη του νοσηλευτή λόγω ελλιπούς ενημέρωσης, τουλάχιστον σ’ ό,τι αφορά στην ελληνική έννομη τάξη, δεν τίθεται ζήτημα, ακριβώς λόγω της επικουρικότητας του συγκεκριμένου καθήκοντος. Είναι όμως σημαντικό, οι νοσηλευτές να γνωρίζουν και να αξιοποιούν επ’ ωφελεία της αναβάθμισης του επαγγελματικού τους κύρους αυτή τους την υποχρέωση που πρέπει να αντιμετωπίσουν και ως νομική ευκαιρία. Το να εμφανίζονται δυσαρεστημένοι οι ασθενείς λόγω της ανυπαρξίας ενημέρωσής τους από τους νοσηλευτές πριν από μια εικοσαετία ήταν ίσως και αναμενόμενο και δικαιολογημένο. Το να υπάρχουν όμως σήμερα Έλληνες νοσηλευτές που να διατείνονται, και μάλιστα στην πλειοψηφία τους, ότι η ενημέρωση του ασθενούς είναι αποκλειστική ευθύνη του ιατρού είναι αναληθές και νομικά αβάσιμο.

Τι είναι το bypass (αορτοστεφανιαία παράκαμψη - CABG).

Η αορτοστεφανιαία παράκαμψη, αλλιώς bypass είναι μια χειρουργική επέμβαση που σκοπό έχει την ανακούφηση του ασθενούς από τα στηθαγχικά ενοχλήματα (πόνο στο στήθος, αισθημα βάρους) και για να μειώσει τον κίνδυνο θανάτου από στεφανιαία νόσο. Αρτηρίες και φλέβες από άλλα μέρη του σώματος χρησιμοποιούνται για να παρακάμψουν την αθηροσκληρωτική βλάβη που υπάρχει σε ένα ή περισσότερα στεφανιαία αγγεία (εικ. 1). Με αυτόν τον τρόπο βελτιώνεται η αιμάτωση στο συγκεκριμένο σημείο της καρδιάς.


O αριθμός των bypass
Συχνά ακούμε τους όρους μονό, διπλό, τριπλό ή ακόμα και τετραπλό bypass. Αυτοί οι όροι αναφέρονται στον αριθμό των στεφαινιαίων αγγείων που έχουν παρακαμφεί. Στην εικόνα 1 απεικονίζεται ένα διπλό bypass αφού έχει χρησιμοποιηθεί ένα αρτηριακό και ένα φλεβικό μόσχευμα για να παρακαμφούν βλάβες που βρίσκονται στον πρόσθιο κατιόντα κλάδο της αριστερής στεφανιαίας αρτηρίας και στην δεξία στεφανιαία αρτηρία αντίστοιχα.
Ένας μεγαλύτερος αριθμός bypass δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι ένας ασθενής είναι πιο αρρωστος, αλλά ότι είχε περισσότερα στεφανιαία αγγεία στα οποία ο χειρουργός μπορούσε να επέμβει λόγω καλύτερης ανατομίας (μεγαλύτερο μέγεθος) ή λόγω μικρότερης έκτασης στεφανιαίας νόσου στο συγκεκριμένο αγγείο. Αντίστοιχα, ένας μικρότερος αριθμός bypass δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι ένας ασθενής είναι υγιέστερος αλλά μπορεί να σημαίνει ότι δεν υπήρχαν αγγεία που μπορούσαν να δεχτούν μόσχευμα, έστω και αν έπασχαν.
Ο χειρουργός μελετά την στεφανιογραφία, βλέπει τις βλάβες που υπάρχουν στα στεφανιαία αγγεία και εκτιμά ποια από αυτά θα παρακαμφούν. Η λήψη της τελικής απόφασης γίνεται στην αίθουσα του χειρουργείου, όταν θα εξετάσει την καρδιά.
Ενδείξεις για bypass.
Το bypass ενδείκνυται κυρίως σε ασθενείς με πολυαγγεική νόσο.